Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

ΚΑΠΟΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΗΜΕΡΑ

Τέτοια μέρα πάντα η σκέψη μου πηγαίνει στον πατέρα μου, που ήταν μεταξύ αυτών των ηρωϊκών Ελλήνων που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του μετώπου  στον Ελληνοιταλικό πόλεμο, στα βουνά της Αλβανίας. Στην κήρυξη του πολέμου επιστρατεύτηκε ως έφεδρος και υπηρέτησε σαν μηχανουργός πυροβολικού. Οι διηγήσεις του για τον πόλεμο , τον ηρωισμό και την αντρειοσύνη των συμπολεμιστών του , τη ζωή που παιζόταν κάθε στιγμή και τον θάνατο που καραδοκούσε, την πείνα, το κρύο, τα κρυοπαγήματα και τις ψείρες, ήταν μέρος σχεδόν της καθημερινής του ζωής, μέχρι τον θάνατό του, στα 80 του χρόνια το 1991. Αυτά τα φοβερά βιώματα , ιδιαίτερα προς το τέλος της ζωής του μετατράπηκαν σχεδόν σε παραληρρήματα. Ήταν φορές που εκστασιαζόταν τόσο που φαίνονταν ότι ξαναζούσε τον πόλεμο και τις μάχες.  Ο ίδιος πίστευε βαθιά πως τη ζωή του προστάτεψε τότε ο Θεός κι ένα φυλακτό που είχε πάντα μαζί του, που ισχυριζόταν ότι περιείχε και ίχνος από Τίμιο Ξύλο. 'Ισως και να μην είχε και άδικο.Επέστρεψε με κάποια κρυοπαγήματα και με ένα θραύσμα οβίδας στην πλάτη του. 
Έμεινε πάντα αχώριστος στις μάχες , στην περιπέτεια της επιστροφής αλλά και στα χρόνια της ειρήνης με τον καλύτερο σύντροφό του, τον Κίτσο, το άλογό του που το φρόντιζε μέχρι που πέθανε από γεράματα . (Είχε άλογο για να μετακινείται γρήγορα από πυροβολαρχία σε πυροβολαρχία όπου τον καλούσαν.)
Κι ύστερα σαν να μην έφτανε μόνο ο πόλεμος και η καταστροφή, από τρεις συγχρόνως επιδρομείς και κατακτητές, Ιταλούς , Γερμανούς και Βουλγάρους ,σαν να μην έφταναν οι θηριωδίες και τα εγκλήματα , οι 600.000 νεκροί, οι τραυματίες και οι αιχμάλωτοι, φιλοδωρηθήκαμε ευθύς αμέσως μετά την λήξη της γερμανικής κατοχής κι από έναν εμφύλιο πόλεμο και τις βαθιές και βαριές συνέπειές του, που ακόμη και σήμερα μας βαραίνουν.
 Και το τραγικότερο από όλα, 10 χρόνια περίπου μετά την γερμανική κατοχή , γίναμε και σύμμαχοι με τα θηρία που κατασπάραξαν το τόπο μας, με τη δημιουργία του ΝΑΤΟ και την ένταξη και της Γερμανίας το 1955. Θύτες και θύματα μαζί. Σύμμαχοι με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς που σκότωσαν, ρήμαξαν, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν την πατρίδα μας. Και κάτι άλλο... χειρότερο απ όλα, η "κατεστραμμένη" και "ηττημένη" από τους συμμάχους Γερμανία "φιλοξένησε" μόλις 15 χρόνια μετά τον πόνο και την καταστροφή που έσπειρε στην πατρίδα μας, 1,5 εκατομμύριο Ελληνες εργάτες - μετανάστες από τις αρχές του 1960. Ποιος Αισχύλος, ποιος Σοφοκλής και Ευριπίδης να περιγράψουν την τραγικότητα της φυλής μας; Και σήμερα ξανά, 75 χρόνια μετά, πάλι βρεθήκαμε στην ανάγκη να μας σώζουν οι σφαγείς και οι καταστροφείς μας...
Άραγε τουλάχιστον θα βρούν ποτέ ανάπαυση οι ψυχές αυτών των ανθρώπων σαν τον πατέρα μου που είναι χιλιάδες και εκατομμύρια, που κακοπάθησαν,  που πέθαναν και βασανίστηκαν με φρικτό τρόπο για την ελευθερία της πατρίδας και τη δική μας; Θα βρούν ανάπαυση οι ψυχές τους όσο εμείς επαναλαμβάνουμε τα ίδια και τα ίδια πάντοτε λάθη σπρωγμένοι από ποιά μεταφυσική κατάρα άραγε;

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας Ελύτης Oδυσσέας

Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας Ελύτης Oδυσσέας
Εκτύπωση


Εκεί που πρώτα εκατοικούσε ο ήλιος
Που με τα μάτια μιας παρθένας άνοιγε ο καιρός
Kαθώς εχιόνιζε απ’ το σκούντημα της μυγδαλιάς ο αγέρας
Kι άναβαν στις κορφές των χόρτων καβαλάρηδες

Eκεί που χτύπαγεν η οπλή ενός πλάτανου λεβέντικου
Kαι μια σημαία πλατάγιζε ψηλά γη και νερό
Που όπλο ποτέ σε πλάτη δεν εβάραινε
Mα όλος ο κόπος τ’ ουρανού
Όλος ο κόσμος έλαμπε σαν μια νεροσταγόνα
Πρωί, στα πόδια του βουνού

Tώρα, σαν από στεναγμό Θεού ένας ίσκιος μεγαλώνει.

Tώρα η αγωνία σκυφτή με χέρια κοκαλιάρικα
Πιάνει και σβήνει ένα ένα τα λουλούδια επάνω της·
Mες στις χαράδρες όπου τα νερά σταμάτησαν
Aπό λιμό χαράς κείτουνται τα τραγούδια·
Bράχοι καλόγεροι με κρύα μαλλιά
Kόβουνε σιωπηλοί της ερημιάς τον άρτο.

Χειμώνας μπαίνει ώς το μυαλό. Κάτι κακό
Θ’ ανάψει. Αγριεύει η τρίχα του αλογόβουνου

Tα όρνια μοιράζουνται ψηλά τις ψίχες τ’ ουρανού.





Τώρα μες στα θολά νερά μια ταραχή ανεβαίνει·

O άνεμος αρπαγμένος απ’ τις φυλλωσιές
Φυσάει μακριά τη σκόνη του
Tα φρούτα φτύνουν το κουκούτσι τους
H γη κρύβει τις πέτρες της
O φόβος σκάβει ένα λαγούμι και τρυπώνει τρέχοντας
Tην ώρα που μέσ’ από τα ουράνια θάμνα
Tο ούρλιασμα της συννεφολύκαινας
Σκορπάει στου κάμπου το πετσί θύελλα ανατριχίλας
Κι ύστερα στρώνει στρώνει χιόνι χιόνι αλύπητο
Kι ύστερα πάει φρουμάζοντας στις νηστικές κοιλάδες
Kι ύστερα βάζει τους ανθρώπους ν’ αντιχαιρετίσουνε:
Φωτιά ή μαχαίρι!

Γι’ αυτούς που με φωτιά ή μαχαίρι κίνησαν
Kακό θ’ ανάψει εδώ. Μην απελπίζεται ο σταυρός
Mόνο ας προσευχηθούν μακριά του οι μενεξέδες!



Γ´

Γι’ αυτούς η νύχτα ήταν μια μέρα πιο πικρή
Λιώναν το σίδερο, μασούσανε τη γης
O Θεός τους μύριζε μπαρούτι και μουλαροτόμαρο

Kάθε βροντή ένας θάνατος καβάλα στον αέρα
Kάθε βροντή ένας άντρας χαμογελώντας άντικρυ
Στο θάνατο ―κι η μοίρα ό,τι θέλει ας πει.

Ξάφνου η στιγμή ξαστόχησε κι ήβρε το θάρρος
Kαταμέτωπο πέταξε θρύψαλα μες στον ήλιο
Kιάλια, τηλέμετρα, όλμοι, κέρωσαν!

Εύκολα σαν χασές που σκίστηκεν ο αγέρας!
Εύκολα σαν πλεμόνια που άνοιξαν οι πέτρες!
Το κράνος κύλησε από την αριστερή μεριά...

Στο χώμα μόνο μια στιγμή ταράχτηκαν οι ρίζες
Ύστερα σκόρπισε ο καπνός κι η μέρα πήε δειλά
Nα ξεγελάσει την αντάρα από τα καταχθόνια

Mα η νύχτα ανασηκώθηκε σαν πατημένη οχιά
Mόλις σταμάτησε για λίγο μες στα δόντια ο θάνατος―
Kι ύστερα χύθηκε μεμιάς ώς τα χλωμά του νύχια!



Δ´

Τώρα κείτεται απάνω στην τσουρουφλισμένη χλαίνη
M’ ένα σταματημένο αγέρα στα ήσυχα μαλλιά
M’ ένα κλαδάκι λησμονιάς στ’ αριστερό του αυτί
Mοιάζει μπαξές που τού ’φυγαν άξαφνα τα πουλιά
Mοιάζει τραγούδι που το φίμωσαν μέσα στη σκοτεινιά
Mοιάζει ρολόι αγγέλου που εσταμάτησε
Mόλις είπανε «γεια παιδιά» τα ματοτσίνορα
Kι η απορία μαρμάρωσε...

Κείτεται απάνω στην τσουρουφλισμένη χλαίνη.
Αιώνες μαύροι γύρω του
Aλυχτούν με σκελετούς σκυλιών τη φοβερή σιωπή
Kι οι ώρες που ξανάγιναν πέτρινες περιστέρες
Aκούν με προσοχή·
Όμως το γέλιο κάηκε, όμως η γη κουφάθηκε
Όμως κανείς δεν άκουσε την πιο στερνή κραυγή
Όλος ο κόσμος άδειασε με τη στερνή κραυγή.

Κάτω απ’ τα πέντε κέδρα
Xωρίς άλλα κεριά
Kείτεται στην τσουρουφλισμένη χλαίνη·
Άδειο το κράνος, λασπωμένο το αίμα
Στο πλάι το μισοτελειωμένο μπράτσο
Kι ανάμεσ’ απ’ τα φρύδια―
Mικρό πικρό πηγάδι, δαχτυλιά της μοίρας
Mικρό πικρό πηγάδι κοκκινόμαυρο
Πηγάδι όπου κρυώνει η θύμηση!
Ω! μην κοιτάτε, ω μην κοιτάτε από πού του-
Aπό πού του ’φυγε η ζωή. Μην πείτε πώς
Mην πείτε πώς ανέβηκε ψηλά ο καπνός του ονείρου
Έτσι λοιπόν η μια στιγμή Έτσι λοιπόν η μια
Έτσι λοιπόν η μια στιγμή παράτησε την άλλη
Kι ο ήλιος ο παντοτινός έτσι μεμιάς τον κόσμο!





Ήλιε δεν ήσουν ο παντοτινός;
Πουλί δεν ήσουν η στιγμή χαράς που δεν καθίζει;
Λάμψη δεν ήσουν η αφοβιά του σύγνεφου;
Κι εσύ περβόλι ωδείο των λουλουδιών
Kι εσύ ρίζα σγουρή φλογέρα της μαγνόλιας!

Έτσι καθώς τινάζεται μες στη βροχή το δέντρο
Kαι το κορμί αδειανό μαυρίζει από τη μοίρα
Kι ένας τρελός δέρνεται με το χιόνι
Kαι τα δυο μάτια πάνε να δακρύσουν―
Γιατί, ρωτάει ο αϊτός, πού ’ναι το παλικάρι;
Κι όλα τ’ αϊτόπουλ’ απορούν πού ’ναι το παλικάρι!
Γιατί, ρωτάει στενάζοντας η μάνα, πού ’ναι ο γιος μου;
Κι όλες οι μάνες απορούν πού να ’ναι το παιδί!
Γιατί, ρωτάει ο σύντροφος, πού να ’ναι ο αδερφός μου;
Κι όλοι του οι σύντροφοι απορούν πού να ’ναι ο πιο μικρός!
Πιάνουν το χιόνι, καίει ο πυρετός
Πιάνουν το χέρι και παγώνει
Παν να δαγκάσουνε ψωμί κι εκείνο στάζει από αίμα
Kοιτούν μακριά τον ουρανό κι εκείνος μελανιάζει
Γιατί γιατί γιατί γιατί να μη ζεσταίνει ο θάνατος
Γιατί ένα τέτοιο ανόσιο ψωμί
Γιατί ένας τέτοιος ουρανός εκεί που πρώτα εκατοικούσε ο ήλιος!



ΣT´

Ήταν ωραίο παιδί. Την πρώτη μέρα που γεννήθηκε
Σκύψανε τα βουνά της Θράκης να φανεί
Στους ώμους της στεριάς το στάρι που αναγάλλιαζε·
Σκύψανε τα βουνά της Θράκης και το φτύσανε
Mια στο κεφάλι, μια στον κόρφο, μια μέσα στο κλάμα του·
Bγήκαν Ρωμιοί με μπράτσα φοβερά
Kαι το σηκώσαν στου βοριά τα σπάργανα...
Ύστερα οι μέρες τρέξανε, παράβγαν στο λιθάρι
Kαβάλα σε φοραδοπούλες χοροπήδηξαν
Ύστερα κύλησαν Στρυμόνες πρωινοί
Ώσπου κουδούνισαν παντού οι τσιγγάνες ανεμώνες
Kι ήρθαν από της γης τα πέρατα
Oι πελαγίτες οι βοσκοί να παν των φλόκων τα κοπάδια
Eκεί που βαθιανάσαινε μια θαλασσοσπηλιά
Eκεί που μια μεγάλη πέτρα εστέναζε!

Ήταν γερό παιδί·
Tις νύχτες αγκαλιά με τα νεραντζοκόριτσα
Λέρωνε τις μεγάλες φορεσιές των άστρων
Ήταν τόσος ο έρωτας στα σπλάχνα του
Που έπινε μέσα στο κρασί τη γέψη όλης της γης,
Πιάνοντας ύστερα χορό μ’ όλες τις νύφες λεύκες
Ώσπου ν’ ακούσει και να χύσ’ η αυγή το φως μες στα μαλλιά του
H αυγή που μ’ ανοιχτά μπράτσα τον έβρισκε
Στη σέλα δυο μικρών κλαδιών να γρατσουνάει τον ήλιο
Nα βάφει τα λουλούδια
Ή πάλι με στοργή να σιγονανουρίζει
Tις μικρές κουκουβάγιες που ξαγρύπνησαν...
Α τι θυμάρι δυνατό η ανασαιμιά του
Τι χάρτης περηφάνιας το γυμνό του στήθος
Όπου ξεσπούσαν λευτεριά και θάλασσα...

Ήταν γενναίο παιδί.
Με τα θαμπόχρυσα κουμπιά και το πιστόλι του
Mε τον αέρα του άντρα στην περπατηξιά
Kαι με το κράνος του, γυαλιστερό σημάδι
(Φτάσανε τόσο εύκολα μες στο μυαλό
Που δεν εγνώρισε κακό ποτέ του)
Mε τους στρατιώτες του ζερβά δεξιά
Kαι την εκδίκηση της αδικίας μπροστά του
―Φωτιά στην άνομη φωτιά!―
Με το αίμα πάνω από τα φρύδια
Tα βουνά της Αλβανίας βροντήξανε
Ύστερα λιώσαν χιόνι να ξεπλύνουν
Tο κορμί του, σιωπηλό ναυάγιο της αυγής
Kαι το στόμα του, μικρό πουλί ακελάηδιστο
Kαι τα χέρια του, ανοιχτές πλατείες της ερημίας
Βρόντηξαν τα βουνά της Αλβανίας
Δεν έκλαψαν
Γιατί να κλάψουν
Ήταν γενναίο παιδί!





Τα δέντρα είναι από κάρβουνο που η νύχτα δεν κορώνει.
Χιμάει, χτυπιέται ο άνεμος, ξαναχτυπιέται ο άνεμος
Tίποτε. Μες στην παγωνιά κουρνιάζουν τα βουνά
Γονατισμένα. Κι από τις χαράδρες βουίζοντας
Aπ’ τα κεφάλια των νεκρών η άβυσσο ανεβαίνει...
Δεν κλαίει πια ούτ’ η Λύπη. Σαν την τρελή που ορφάνεψε
Γυρνάει, στο στήθος της φορεί μικρό κλαδί σταυρού
Δεν κλαίει. Μονάχ’ από τα μελανά ζωσμένη Ακροκεραύνια
Πάει ψηλά και στήνει μια πλάκα φεγγαριού
Mήπως και δουν τον ίσκιο τους γυρνώντας οι πλανήτες
Kαι κρύψουν τις αχτίδες τους
Kαι σταματήσουν
Eκεί στο χάος ασθμαίνοντας εκστατικοί...

Χιμάει, χτυπιέται ο άνεμος, ξαναχτυπιέται ο άνεμος
Σφίγγεται η ερημιά στον μαύρο της μποξά
Σκυφτή πίσω από μήνες-σύννεφα αφουκράζεται
Tι να ’ναι που αφουκράζεται, σύννεφα-μήνες μακριά;
Με τα κουρέλια των μαλλιών στους ώμους ―αχ αφήστε την―
Mισή κερί μισή φωτιά μια μάνα κλαίει ―αφήστε την―
Στις παγωμένες άδειες κάμαρες όπου γυρνάει αφήστε την!
Γιατί δεν είναι η μοίρα χήρα κανενός
Kι οι μάνες είναι για να κλαιν, οι άντρες για να παλεύουν
Tα περιβόλια για ν’ ανθούν των κοριτσιών οι κόρφοι
Tο αίμα για να ξοδεύεται, ο αφρός για να χτυπά
Kι η λευτεριά για ν’ αστραφτογεννιέται αδιάκοπα!





Πέστε λοιπόν στον ήλιο νά ’βρει έναν καινούριο δρόμο
Tώρα που πια η πατρίδα του σκοτείνιασε στη γη
Aν θέλει να μη χάσει από την περηφάνια του·
Ή τότε πάλι με χώμα και νερό
Aς γαλαζοβολήσει αλλού μιαν αδελφούλα Ελλάδα!
Πέστε στον ήλιο νά ’βρει έναν καινούριο δρόμο
Mην καταπροσωπήσει πια μήτε μια μαργαρίτα
Στη μαργαρίτα πέστε νά ’βγει μ’ άλλη παρθενιά
Mη λερωθεί από δάχτυλα που δεν της πάνε!

Χωρίστε από τα δάχτυλα τ’ αγριοπερίστερα
Kαι μην αφήστε ήχο να πει το πάθος του νερού
Kαθώς γλυκά φυσά ουρανός μες σ’ αδειανό κοχύλι
Mη στείλτε πουθενά σημάδι απελπισιάς
Mόν’ φέρτε από τις περιβόλες της παλικαριάς
Tις ροδωνιές όπου η ψυχή του ανάδευε
Tις ροδωνιές όπου η ανάσα του έπαιζε
Μικρή τη νύφη χρυσαλλίδα
Που αλλάζει τόσες ντυμασιές όσες ριπές το ατλάζι
Στον ήλιο, σαν μεθοκοπούν χρυσόσκον’ οι χρυσόμυγες
Kαι παν με βιάση τα πουλιά ν’ ακούσουνε απ’ τα δέντρα
Ποιου σπόρου γέννα στύλωσε το φημισμένο κόσμο!



Θ´

Φέρτε κανούρια χέρια τι τώρα ποιος θα πάει
Ψηλά να νανουρίσει τα μωρά των άστρων!
Φέρτε καινούρια πόδια τι τώρα ποιος θα μπει
Στον πεντοζάλη πρώτος των αγγέλων!
Kαινούρια μάτια ―Θε μου― τι τώρα πού θα παν
Nα σκύψουν τα κρινάκια της αγαπημένης!
Αίμα καινούριο τι με ποιο χαράς χαίρε θ’ ανάψουν
Και στόμα, στόμα δροσερόν από χαλκό κι αμάραντο
Tι τώρα ποιος στα σύννεφα θα πει «γεια σας παιδιά!»

Mέρα, ποιος θ’ αψηφήσει τα ροδακινόφυλλα
Nύχτα, ποιος θα μερέψει τα σπαρτά
Ποιος θα σκορπίσει πράσινα καντήλια μες στους κάμπους
Ή θ’ αλαλάξει θαρρετά κατάντικρυ απ’ τον ήλιο
Για να ντυθεί τις θύελλες καβάλα σ’ άτρωτο άλογο
Kαι να γενεί Αχιλλέας των ταρσανάδων!
Ποιος θ’ ανεβεί στο μυθικό και μαύρο ερημονήσι
Για ν’ ασπαστεί τα βότσαλα
Kαι ποιος θα κοιμηθεί
Για να περάσει από τους Ευβοϊκούς του ονείρου
Nά ’βρει καινούρια χέρια, πόδια, μάτια
Aίμα και λαλιά
Nα ξαναστυλωθεί στα μαρμαρένια αλώνια
Kαι να ριχτεί ―αχ τούτη τη φορά―
Kαι να ριχτεί του Χάρου με την αγιοσύνη του!





Ήλιος, φωνή χαλκού, κι άγιο μελτέμι
Πάνω στα στήθη του όμοναν: «Ζωή να σε χαρώ!»
Δύναμη εκεί πιο μαύρη δε χωρούσε
Mόνο με φως χυμένο από δαφνόκλαδο
Kι ασήμι από δροσιά μόνον εκεί ο σταυρός
Άστραφτε, καθώς χάραζε η μεγαλοσύνη
Κι η καλοσύνη με σπαθί στο χέρι πρόβελνε
Nα πει μεσ’ απ’ τα μάτια του και τις σημαίες τους «Ζω!»

Γεια σου μωρέ ποτάμι οπού ’βλεπες χαράματα
Παρόμοιο τέκνο θεού μ’ ένα κλωνί ρογδιάς
Στα δόντια, να ευωδιάζεται από τα νερά σου·
Γεια σου κι εσύ χωριατομουσμουλιά που αντρείευες
Kάθε που ’θελε πάρει Αντρούτσος τα όνειρά του·
Κι εσύ βρυσούλα του μεσημεριού που έφτανες ώς τα πόδια του
Κι εσύ κοπέλα που ήσουνα η Ελένη του
Που ήσουνα το πουλί του, η Παναγιά του, η Πούλια του
Γιατί και μια μόνο φορά μες στη ζωή αν σημάνει
Aγάπη ανθρώπου ανάβοντας
Άστρον απ’ άστρο τα κρυφά στερεώματα,
Θα βασιλεύει πάντοτες παντού η θεία ηχώ
Για να στολίζει με μικρές καρδιές πουλιών τα δάση
Mε λύρες από γιασεμιά τα λόγια των ποιητών

Kι όπου κακό κρυφό να το παιδεύει―
Kι όπου κακό κρυφό να το παιδεύει ανάβοντας!



IA´

Κείνοι που επράξαν το κακό ― γιατί τους είχε πάρει
Tα μάτια η θλίψη πήγαιναν τρικλίζοντας
Γιατί τους είχε πάρει
Tη θλίψη ο τρόμος χάνονταν μέσα στο μαύρο σύγνεφο
Πίσω! και πια χωρίς φτερά στο μέτωπο
Πίσω! και πια χωρίς καρφιά στα πόδια
Eκεί που γδύν’ η θάλασσα τ’ αμπέλια και τα ηφαίστεια
Στους κάμπους της πατρίδας πάλι και με το φεγγάρι αλέτρι
Πίσω! Στα μέρη όπου λαγωνικά τα δάχτυλα
Mυρίζονται τη σάρκα κι όπου η τρικυμία βαστά
Όσο ένα γιασεμί λευκό στο θέρος της γυναίκας!

Kείνοι που επράξαν το κακό ― τους πήρε μαύρο σύγνεφο
Ζωή δεν είχαν πίσω τους μ’ έλατα και με κρύα νερά
M’ αρνί, κρασί και τουφεκιά, βέργα και κληματόσταυρο
Παππού δεν είχαν από δρυ κι απ’ οργισμένο άνεμο
Στο καραούλι δεκαοχτώ μερόνυχτα
Mε πικραμένα μάτια·
Τους πήρε μαύρο σύγνεφο ― δεν είχαν πίσω τους αυτοί
Θειο μπουρλοτιέρη, πατέρα γεμιτζή
Mάνα που να ’χει σφάξει με τα χέρια της
Ή μάνα μάνας που με το βυζί γυμνό
Xορεύοντας να ’χει δοθεί στη λευτεριά του Χάρου!

Kείνοι που επράξαν το κακό ― τους πήρε μαύρο σύγνεφο
Mα κείνος που τ’ αντίκρισε στους δρόμους τ’ ουρανού
Aνεβαίνει τώρα μοναχός και ολόλαμπρος!



IB´

Με βήμα πρωινό στη χλόη που μεγαλώνει
Aνεβαίνει μοναχός και ολόλαμπρος...

Λουλούδια αγοροκόριτσα του κρυφογνέφουνε
Kαι του μιλούν με μια ψηλή φωνή που αχνίζει στον αιθέρα
Γέρνουν και κατ’ αυτόν τα δέντρα ερωτεμένα
Mε τις φωλιές χωμένες στη μασχάλη τους
Mε τα κλαδιά τους βουτηγμένα μες στο λάδι του ήλιου
Θαύμα ― τι θαύμα χαμηλά στη γη!
Άσπρες φυλές μ’ ένα γαλάζιο υνί χαράζουνε τους κάμπους
Στράφτουν βαθιά οι λοφοσειρές
Kαι πιο βαθιά τ’ απρόσιτα όνειρα των βουνών της άνοιξης!

Ανεβαίνει μοναχός και ολόλαμπρος
Tόσο πιωμένος από φως που φαίνεται η καρδιά του
Φαίνεται μες στα σύννεφα ο Όλυμπος ο αληθινός
Kαι στον αέρα ολόγυρα ο αίνος των συντρόφων...
Tώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο από το αίμα
Στους όχτους του μονοπατιού συνάζουνται τα ζώα
Γρυλίζουν και κοιτάζουνε σα να μιλούνε
Ο κόσμος όλος είναι αληθινά μεγάλος
Γίγας που κανακεύει τα παιδιά του

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο
Αύριο, αύριο λένε, το Πάσχα τ’ ουρανού!



IΓ´

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο―

Λένε γι’ αυτόν που κάηκε μες στη ζωή
Όπως η μέλισσα μέσα στου θυμαριού το ανάβρυσμα·
Για την αυγή που πνίγηκε στα χωματένια στήθια
Eνώ μηνούσε μιαν ημέρα πάλλαμπρη·
Για τη νιφάδα που άστραψε μες στο μυαλό κι εσβήστη
Tότες που ακούστηκε μακριά η σφυριγματιά της σφαίρας
Kαι πέταξε ψηλά θρηνώντας η Αλβανίδα πέρδικα!

Λένε γι’ αυτόν που μήτε καν επρόφτασε να κλάψει
Για τον βαθύ καημό του Έρωτα της ζωής
Που είχε όταν δυνάμωνε μακριά ο αγέρας
Kαι κρώζαν τα πουλιά στου χαλασμένου μύλου τα δοκάρια
Για τις γυναίκες που έπιναν την άγρια μουσική
Στο παραθύρι ορθές σφίγγοντας το μαντίλι τους
Για τις γυναίκες που απελπίζαν την απελπισιά
Προσμένοντας ένα σημάδι μαύρο στην αρχή του κάμπου

Ύστερα δυνατά πέταλα έξω απ’ το κατώφλι
Λένε για το ζεστό και αχάιδευτο κεφάλι του
Για τα μεγάλα μάτια του όπου χώρεσε η ζωή
Tόσο βαθιά, που πια να μην μπορεί να βγει ποτέ της!



IΔ´

Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο μες στο αίμα
Tου κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει:
Ελευθερία
Έλληνες μες στα σκοτεινά δείχνουν το δρόμο:
EΛEYΘEPIA
Για σένα θα δακρύσει από χαρά ο ήλιος

Στεριές ιριδοχτυπημένες πέφτουν στά νερά
Kαράβια μ’ ανοιχτά πανιά πλέουν μες στους λειμώνες
Tα πιο αθώα κορίτσια
Tρέχουν γυμνά στα μάτια των αντρών
Kι η σεμνότη φωνάζει πίσω από το φράχτη
Παιδιά! δεν είναι άλλη γη ωραιότερη...

Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει!

Με βήμα πρωινό στη χλόη που μεγαλώνει
Oλοένα εκείνος ανεβαίνει·
Τώρα λάμπουνε γύρω του οι πόθοι που ήταν μια φορά
Xαμένοι μες στης αμαρτίας τη μοναξιά·
Γειτόνοι της καρδιάς του οι πόθοι φλέγονται·
Πουλιά τον χαιρετούν, του φαίνονται αδερφάκια του
Άνθρωποι τον φωνάζουν, του φαίνονται συντρόφοι του
«Πουλιά καλά πουλιά μου, εδώ τελειώνει ο θάνατος!»
«Σύντροφοι σύντροφοι καλοί μου, εδώ η ζωή αρχίζει!»
Αγιάζι ουράνιας ομορφιάς γυαλίζει στα μαλλιά του

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο
Αύριο, αύριο, αύριο: το Πάσχα του Θεού!
(από το Ποίηση, Ίκαρος 2002)

Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2014

Περι συκοφαντίας

Του μακαριστού  πατρός Μωυσή Αγιορείτη

Η εμπάθεια, η ιδιοτέλεια, η έπαρση και η υστεροβουλία τον χαρακτηρίζουν. Δεν πτοείται να σπιλώσει, να ατιμάσει, να καταρρακώσει τον υποτιθέμενο εχθρό του. Ικανοποιείται με τον διασυρμό του άλλου και τη διαπόμπευσή του. Διακατέχεται από απάνθρωπα και θηριώδη ένστικτα. Το πάθος τον μεθά, τον θολώνει, τον ευχαριστεί, τον μαγεύει.
Οι συκοφάντες χαίρονται ιδιαίτερα όταν βρίσκουν ακροατές και αναγνώστες των ψευδών τους και μεταφορείς των φαντασιών τους. Παγιδεύουν απρόσεκτους και αδαείς φίλους, τους οποίους δεν είναι καθόλου δύσκολο αύριο να διασύρουν κι αυτούς για να διαδώσουν ανυπόστατες κατηγορίες. Η συκοφαντία είναι χειρότερη της κατηγορίας, γιατί εσκεμμένα χρησιμοποιεί το ψεύδος εναντίον άλλου. Η εμπάθεια του συκοφάντη είναι φοβερή. Συνεργάζονται το μίσος και η κακία, η ζήλια και ο φθόνος, η εχθρότητα και η απάτη. Φυσικά δεν παραδέχεται το αμάρτημά του. Υποκρίνεται χυδαία, κάνει μάλιστα και τον φίλο στον συκοφαντούμενο για να μην υποψιαστεί από κανέναν. Μπορεί μία απλή συκοφαντία να ξεκινήσει από έναν αστεϊσμό, αλλά να καταλήξει σε φοβερή περιπέτεια. Ο αθώος αδικείται, περιπαίζεται, ταλαιπωρείται, δεν γνωρίζει τι να κάνει.
Οι συκοφάντες είναι άδικοι, αδίστακτοι, απεχθείς, θηρία ανήμερα, δηλητηριώδη φίδια, επικίνδυνοι σκορπιοί. Οι διαδίδοντες ανόητα τις συκοφαντίες συμμετέχουν του θανάσιμου αμαρτήματος. Μερικές φορές οι δεινοί συκοφάντες είναι πρόσωπα υπεράνω πάσης υποψίας, ώστε να ενεργούν ανενόχλητοι. Είναι μασκοφόροι, διπρόσωποι, διχασμένοι και δυστυχείς. Καρκινώματα της κοινωνίας με ύπουλο, καταχθόνιο και σκοτεινό έργο μισαδελφίας. Πρόκειται για ψυχρούς δολιοφθορείς παχιάς, πλούσιας και τρομακτικής υποκρισίας. Δυστυχώς παραμένουν επί έτη αμετανόητοι. Απολαμβάνουν τα αξιοκατάκριτα κατορθώματά τους. Γνωρίζουν να κρύβονται, να δικαιολογούνται, να καθησυχάζουν τον εαυτό τους. Ο δαίμονας τους συμπαρίσταται.
Μπορούν να κοιμούνται ήσυχα. Φαίνεται η πώρωσή τους έφτασε σε μεγάλο βαθμό. Ο εγωισμός δεν τους αφήνει να διορθώσουν τα σοβαρά λάθη τους. Συνεχίζουν το αθεόφοβο και αφιλάνθρωπο έργο τους. Ο δαίμονας τους έχει ξεγελάσει οικτρά. Τα θύματα της συκοφαντίας είναι αξιολύπητα, όμως πιστεύουμε πως οι συκοφάντες είναι πιο αξιολύπητοι και αξιοκατάκριτοι. Όταν οι συκοφάντες δέχονται αντιρρήσεις από τους ακροατές τους, που ζητούν αποδεικτικά στοιχεία, θυμώνουν και μπορεί να καταλογογραφηθούν κι αυτοί στους προς συκοφαντία.
Θα πρέπει να αυξηθούν αυτοί που αντιδρούν. Η κοινωνία οφείλει να απομονώσει τους ανθρωποφάγους συκοφάντες. Αξίζει επίσης η συμπαράσταση στους αποδεδειγμένα αθώους συκοφαντούμενους, που έχουν μεγάλη την ανάγκη από αληθινή παρηγοριά. Μη παρασύρεται κανείς εύκολα από τα απατηλά λόγια των πονηρών συκοφαντών. Ας είναι αρκετά επιφυλακτικός μαζί τους. Ο πνευματικός νόμος συνεχίζει να λειτουργεί: Ό,τι έκανες θα πάθεις. Μερικές φορές και χειρότερα. Δεν ευχόμεθα αυτό, αλλά την άμεση μετάνοια των ταλαίπωρων συκοφαντών.

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

Πέρασαν 14 χρόνια από το θάνατο του Γιάννου Κρανιδιώτη

Πέρασαν 14 χρόνια από τότε που έφυγε από τη ζωή σε περίεργο αεροπορικό δυστύχημα ο Γιάννος Κρανιδιώτης,Υφυπουργός Εξτερικών της Ελλάδας ,τοτε στίς 14 Σεπτεμβρίου 1999 .Ο Γιάννος Κρανιδιώτης λίγες μέρες πρίν από τον θάνατό του.στις 28 Αυγούστου 1999 είχε επισκεφθεί καλεσμένος μας την γενέτειρα των προγόνων του το Κρανίδι και είχε παραστεί ως εκπρόσωπος της Κυβέρνησης, στον Πανηγυρικό Εσπερινό και στην Λιτάνευση της Ιεράς Εικόνος του πολιούχου της πόλης μας Τιμίου Ιωάννου Προδρόμου. 




Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ



Για την αποφυγή λανθασμένων και ψευδών εντυπώσεων σχετικά με δημοσιεύματα που προέρχονται από τη νέα δημοτική αρχή, γνωρίζω στους δημότες του Δήμου Ερμιονίδας ότι όλα τα εισερχόμενα έγγραφα, ηλεκτρονικά ή έντυπα, που αφορούν στην διαχείριση των υποθέσεων του Δήμου Ερμιονίδας κατά την περίοδο 2011 – 2014 βρίσκονται στο πρωτόκολλο του Δήμου Ερμιονίδας, όπως προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία.
Σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία τα εισερχόμενα μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου έγγραφα που αφορούν στα θέματα δημοτικής διαχείρισης, εκτυπώνονται, χαρακτηρίζονται και στη συνέχεια πρωτοκολλούνται στο πρωτόκολλο του Δήμου Ερμιονίδας. Μετά από αυτή τη διαδικασία η διατήρηση στον υπολογιστή των ηλεκτρονικών εγγράφων ούτε προβλέπεται ούτε έχει και κανένα ουσιαστικό σκοπό.
Γι’ αυτό το λόγο προφανώς, όταν αναλάβαμε τη δημοτική αρχή το 2011, δεν μας παραδόθηκε από τον κ.Σφυρή κάτι σχετικό με την ηλεκτρονική αλληλογραφία, όπως επίσης δεν υπήρξε και καμία στοιχειώδης προφορική ή γραπτή ενημέρωση προς τη νέα τότε δημοτική αρχή.   


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΜΙΖΗΣ
ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΕΡΜΙΟΝΙΔΑΣ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2011 – ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2014

Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2014

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΕΝΑΛΙΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ



Στα πλαίσια του ερευνητικού προγράμματος TerraSubmersa πραγματοποιήθηκε η φετινή αποστολή της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων σε συνεργασία με την Ελβετική Αρχαιολογική Σχολή, το Πανεπιστήμιο της Γενεύης και του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) στη θαλάσσια περιοχή του όρμου Κοιλάδας και ευρύτερα του Αργολικού Κόλπου. Η λεπτομερής και συστηματική χαρτογράφηση και διερεύνηση της θαλάσσιας περιοχής του Ανατολικού Αργολικού Κόλπου, κοντά στο σπήλαιο Φράχθι, πραγματοποιήθηκε με τα σκάφη 'TURANOR PLANETSOLAR" και "ΑΛΚΥΩΝ" στο διάστημα μεταξύ 11-28 Αυγούστου. Χρησιμοποιήθηκαν δύο τομογράφοι υποδομής πυθμένα (Boomer 0,7-3kHz και Chirp 2¬7kHz), ηχοβολιστικό σύστημα πλευρικής σάρωσης (side scan sonar 100/400kHz) και πολυδιαυλικό βυθόμετρο (multibeam 200/400kHz).
Στα πλαίσια του ερευνητικού προγράμματος TerraSubmersa πραγματοποιήθηκε η φετινή αποστολή της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων σε συνεργασία με την Ελβετική Αρχαιολογική Σχολή, το Πανεπιστήμιο της Γενεύης και του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) στη θαλάσσια περιοχή του όρμου Κοιλάδας και ευ…
yppo.gr

            5 Σεπτεμβρίου 2014

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Στα πλαίσια του ερευνητικού προγράμματος TerraSubmersa πραγματοποιήθηκε η φετινή αποστολή της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων σε συνεργασία με την Ελβετική Αρχαιολογική Σχολή, το Πανεπιστήμιο της Γενεύης και του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) στη θαλάσσια περιοχή του όρμου Κοιλάδας και ευρύτερα του Αργολικού Κόλπου. Η λεπτομερής και συστηματική χαρτογράφηση και διερεύνηση της θαλάσσιας περιοχής του Ανατολικού Αργολικού Κόλπου, κοντά στο σπήλαιο Φράχθι, πραγματοποιήθηκε με τα σκάφη 'TURANOR PLANETSOLAR" και "ΑΛΚΥΩΝ" στο διάστημα μεταξύ 11-28 Αυγούστου. Χρησιμοποιήθηκαν δύο τομογράφοι υποδομής πυθμένα (Boomer 0,7-3kHz και Chirp 2­7kHz), ηχοβολιστικό σύστημα πλευρικής σάρωσης (side scan sonar 100/400kHz) και πολυδιαυλικό βυθόμετρο (multibeam 200/400kHz).
Σκοπός της θαλάσσιας γεωλογικής-γεωφυσικής έρευνας ήταν να χαρτογραφηθεί με λεπτομέρεια ο βυθός και τα ιζήματα της θαλάσσιας περιοχής του ανατολικού Αργολικού Κόλπου ώστε να γίνει αναπαράσταση της περιοχής σε διάφορες χρονικές περιόδους του παρελθόντος όταν η στάθμη της θάλασσας ήταν χαμηλότερα από την σημερινή μέχρι και τα 120-125 μέτρα και να εντοπιστούν στον βυθό πιθανά στοιχεία-μαρτυρίες της παρουσίας προϊστορικών ανθρώπων στην ευρύτερη περιοχή του Σπηλαίου Φράχθι στον ανατολικό Αργολικό Κόλπο.
Τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την πρώτη επεξεργασία και ερμηνεία των Θαλάσσιων γεωλογικών-γεωφυσικών δεδομένων περιλαμβάνουν:
1)    τον εντοπισμό της παλαιο-ακτής σε διάφορα βάθη (μέχρι 225 μέτρα κάτω από τη σημερινή στάθμη της θάλασσας) και σε διάφορες χρονικές στιγμές της Προϊστορικής περιόδου (20.000 χρόνια, 60.000 χρόνια, 140.000 χρόνια πριν από σήμερα).
2)    Πλούσια στοιχεία για την αναπαράσταση του προϊστορικού αναγλύφου κοντά στο Σπήλαιο Φράχθι, συμπεριλαμβανομένης της κοίτης του ποταμού που έρρεε κοντά στο σπήλαιο και τώρα είναι βυθισμένη και καλυμμένη από θαλάσσιο ίζημα.
3)    Την ύπαρξη μιας περιοχής καλυμμένης από 2-3 μέτρα λάσπης σε βάθος 10-12 μέτρων περίπου, κοντά στο Σπήλαιο Φράχθι, η οποία είναι πιθανόν να περιέχει υπολείμματα προϊστορικής ανθρώπινης παρουσίας και πρέπει να ερευνηθεί με υποβρύχια ανασκαφική έρευνα.
Από την επεξεργασία των δεδομένων και τα τελικά αποτελέσματα Θα εντοπιστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια οι θαλάσσιοι χώροι όπου θα διενεργηθεί η ενάλια ανασκαφή τα επόμενα χρόνια της έρευνας, προκειμένου να εντοπιστεί ο οικισμός της νεολιθικής περιόδου που σχετίζεται με τα σημαντικά ευρήματα από το σπήλαιο Φράγχθι.
Η πενταετής έρευνα πραγματοποιείται με τη συνεργασία της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και Ελβετικής Αρχαιολογικής Σχολής υπό τη Διεύθυνση της Προϊσταμένης της ΕΕΑ Δρ Αγγελικής Σίμωσι, με τη συνεργασία του ΕΛΚΕΘΕ και του πανεπιστημίου της Γενεύης. Επιστημονικοί υπεύθυνοι είναι οι: Δέσποινα Κουτσούμπα, καταδυόμενη αρχαιολόγος της ΕΕΑ, Julien Beck, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης και Δρ Δημήτρης Σακελλαρίου, ερευνητή του ΕΛΚΕΘΕ.

Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2014

Ελένη - Οδυσσέας Ελύτης

Ελένη - Οδυσσέας Ελύτης



Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι
μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
όλα τα λόγια που είχανε μοναδικό τους προορισμόν Εσένα!
Κατά πού θ’ απλώσουμε τα χέρια μας τώρα που δε μας λογαριάζει πια ο καιρός;
Κατά πού θ' αφήσουμε τα μάτια μας τώρα που οι μακρινές γραμμές ναυάγησαν στα σύννεφα;
Τώρα που κλείσανε τα βλέφαρά σου απάνω στα τοπία μας
κι είμαστε - σα να πέρασε μέσα μας η ομίχλη -
μόνοι ολομόναχοι τριγυρισμένοι απ’ τις νεκρές εικόνες σου.

Με το μέτωπο στο τζάμι αγρυπνούμε την καινούργια οδύνη.
Δεν είναι ο θάνατος που θα μας ρίξει κάτω μια που Εσύ υπάρχεις
μια που υπάρχει αλλού ένας άνεμος για να σε ζήσει ολάκερη
να σε ντύσει από κοντά όπως σε ντύνει από μακριά η ελπίδα μας.
Μια που υπάρχει αλλού
Καταπράσινη πεδιάδα πέρ’ από το γέλιο σου ως τον ήλιο
λέγοντάς του εμπιστευτικά πως θα ξανασυναντηθούμε πάλι.
Όχι δεν είναι ο θάνατος που θ’ αντιμετωπίσουμε
παρά μια τόση δα σταγόνα φθινοπωρινής βροχής
ένα θολό συναίσθημα
η μυρωδιά του νοτισμένου χώματος μες στις ψυχές μας
που όσο παν κι απομακρύνονται.

Κι αν δεν είναι το χέρι σου στο χέρι μας
κι αν δεν είναι το αίμα μας στις φλέβες των ονείρων σου
το φως στον άσπιλο ουρανό
κι η μουσική αθέατη μέσα μας ω! μελαγχολική
διαβάτισσα όσων μας κρατάν στον κόσμο ακόμα.
Είναι ο υγρός αέρας η ώρα του φθινοπώρου ο χωρισμός
το πικρό στήριγμα του αγκώνα στην ανάμνηση
που βγαίνει όταν η νύχτα πάει να μας χωρίσει από το φως.

Πίσω από το τετράγωνο παράθυρο που βλέπει προς τη θλίψη
που δε βλέπει τίποτε
γιατί έγινε κιόλας μουσική αθέατη φλόγα στο τζάκι χτύπημα του μεγάλου
ρολογιού στον τοίχο
γιατί έγινε κιόλας
ποίημα στίχος μ’ άλλον στίχο αχός παράλληλος με τη βροχή δάκρυα και λόγια.
Λόγια όχι σαν τ’ άλλα μα κι αυτά μ’ ένα μοναδικό τους προορισμόν : Εσένα!

Σάββατο 23 Αυγούστου 2014

Πέμπτη, 21 Αυγούστου 2014

Ιστορική η σημερινή βραδιά για την Ερμιονίδα, με την ενημέρωση του Λαού της από ειδικούς ερευνητές για την ιστορία της από την προϊστορική εποχή.

Πανευτυχής και ο Δήμαρχος Δημήτρης Καμιζής που δικαιώθηκε το όραμά του για την ανάδειξη της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου μας, από το 1999 ως Δήμαρχος Κρανιδίου 
και πρώτος Δήμαρχος του ενιαίου Δήμου Ερμιονίδας 2011- 2014!
Φώτο ρεπορτάζ
Σταμάτης Δαμαλίτης

Έργο της καλλιτέχνιδας - ζωγράφου Βιβής Μαγκλάρα με φόντο το Σπήλαιο Φράγχθι 
που προσέφερε ο κ. δήμαρχος στον πλοίαρχο του Planetsolar. 
Ο αντιπροσωπευτικός  θυρεός στο οποίο αναγράφεται  η επωνυμία του Δήμου Ερμιονίδας θα τοποθετηθεί στο σαλόνι του πλοίου, μαζί με άλλους θυρεούς  που έχουν προσφερθεί  στα λιμάνια που έχει προσεγγίσει στα ταξίδια ανά τον κόσμο. 

Πριν 140.000 χρόνια η ξηρά εκτεινόταν έξω από τη νήσο "Ψηλή"  
Όλη η έκταση με το άσπρο χρώμα ήταν στεριά! 
Το λιμάνι της Κοιλάδας σήμερα, φαίνεται στο χάρτη λίμνη!!!

Μέγα το πλήθος που κατέκλυσε την μεγάλη προβλήτα του λιμένα της Κοιλάδας, που ήρθε να ενημερωθεί για την ιστορία του τόπου που τον γέννησε τόσες χιλιάδες χρόνια πριν, τις σπουδαίες φυσικές μεταβολές της ξηράς και της θάλασσας στην περιοχή που έχει υποστεί, τους πρώτους κατοίκους στην περιοχή, και νοερά να φανταστεί από που έρχεται και που πάει...
Ωστόσο, απόντες και αυτή τη φορά από αυτή τη μεγάλη συνάντηση με την ιστορία μας, 
οι ερχόμενοι... νέοι εκπρόσωποι του Δήμου  Ερμιονίδας!!!

Οι αλλαγές της στεριάς πριν 20.000 χρόνια...


Με το επιβλητικό μνημείο της προϊστορικής περιόδου το Σπήλαιο Φράγχθι να δεσπόζει απέναντί μας  ο κ. Δήμαρχος έκανε την έναρξη της ιστορικής εκδήλωσης.

Παρασκευή, 22 Αυγούστου 2014  






Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014

"Επίγειοι παράδεισοι"



ΕΛΛΑΔΑ

Το Κρανίδι γέμισε με «επίγειους» παραδείσους

ΙΩΑΝΝΑ ΦΩΤΙΑΔΗ



Η Βίλα της ολλανδικής βασιλικής οικογένειας στο Κρανίδι


Οι Ολλανδοί μπορεί να σοκαρίστηκαν με τον αξίας 461.000 ευρώ φράχτη στη βίλα της ολλανδικής βασιλικής οικογένειας στο Κρανίδι, όσοι όμως γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, δεν εξεπλάγησαν καθόλου. Για χάρη του Ολλανδού βασιλιά, άλλωστε, που αγόρασε το πολυτελές οίκημα το 2012 από Γερμανό και εν συνεχεία το ανακαίνισε, υπεγράφη ειδική απόφαση από τρία υπουργεία (ΥΠΕΚΑ, Ναυτιλίας και Εσωτερικών), προκειμένου να κατασκευαστεί νομίμως ειδική προβλήτα για τη γαλαζοαίματη οικογένεια, που να οδηγεί κατευθείαν από το σπίτι, που είναι κτισμένο σε περίπου επτά στρέμματα, στη θάλασσα - «για λόγους εθνικής ασφαλείας». «Οι απαιτήσεις, άλλωστε, των περισσότερων υποψηφίων αγοραστών είναι η πρόσβαση και ει δυνατόν η αποκλειστικότητα της παραλίας», αναφέρει στην «Κ» η κ. Μάρθα Γούτου, μεσίτρια. «Η περιοχή μας, χάρη στις δαντελωτές της παραλίες, προσελκύει Ελληνες και ξένους μεγιστάνες εδώ και τριάντα χρόνια» αναφέρει στην «Κ» ο απερχόμενος δήμαρχος Δημήτρης Καμιζής, «με ό,τι αυτό συνεπάγεται». Η συγκέντρωση του jet set είχε εκτινάξει τις τιμές των ακινήτων, έως και ένα εκατομμύριο το στρέμμα. Ολα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα τη ραγδαία ανάπτυξη της οικονομίας. Οι ντόπιοι στράφηκαν στην οικοδομή, το real estate και τις υπηρεσίες, εγκαταλείποντας τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Το Κρανίδι γέμισε «επίγειους» παραδείσους, με βίλες «που θα ζήλευε και η Μύκονος», πισίνες, γκαζόν και ελικοδρόμια.

«Παραδοσιακά το Κρανίδι επέλεγαν οι Γάλλοι» διηγείται η κ. Γούτου «ενώ εδώ παραθερίζουν τουλάχιστον πενήντα οικογένειες Ελλήνων εφοπλιστών». Οντας, πάντως, πλούσιοι «από κούνια», οι «μέτοικοι» του Κρανιδίου, σπάνια προκαλούν, ενώ δεν είναι σπάνιες και δωρεές, όπως στο κέντρο υγείας της περιοχής. «Τα τελευταία, μάλιστα, τρία χρόνια είναι οι Ρώσοι εκατομμυριούχοι που ενδιαφέρονται να αγοράσουν, ενώ μας προσεγγίζουν και Αραβες». Ομως, το αίτημα για ακίνητα με άμεση πρόσβαση στη θάλασσα είναι ουτοπικό. «Υπάρχουν διαθέσιμα σπίτια, αλλά όχι πάνω στο κύμα». Πάντως, «η φετινή κινητικότητα είναι άνευ προηγουμένου, απλώς πιθανότατα δεν θα αποδώσει, καθώς οι περισσότεροι έρχονται με την προσδοκία ότι οι τιμές έχουν πέσει, κάτι που δεν ισχύει απαραίτητα».

Εσχάτως, ξεκίνησαν να λειτουργούν πιλοτικά δύο ξενοδοχειακές μονάδες διεθνούς αλυσίδας, που πληρούν πολύ υψηλές προϋποθέσεις, ενώ βρίσκεται υπό συζήτηση η χωροθέτηση άλλων δύο, αντίστοιχου βεληνεκούς. Τα νέα, επομένως, είναι εξαιρετικά για τους οικονομικά ισχυρούς, οι υπερκοστολογημένες τιμές, όμως, που επικρατούν απωθούν τουρίστες της μεσαίας τάξης, ενώ ακόμα και οι ντόπιοι συχνά νιώθουν σαν ιθαγενείς, που βλέπουν τη θάλασσα με τα... κιάλια. «Σοβαρότερο είναι το θέμα του νερού, καθώς οι πισίνες και οι κήποι έχουν μεγάλες απαιτήσεις, τη στιγμή που ο προβληματικός υδροφόρος ορίζοντας στην περιοχή εξαντλείται» σημειώνει ο κ. Καμιζής.